Άρση μονιμότητας στο δημόσιο: Τι θα γίνει με τη Συνταγματική Αναθεώρηση

Την έναρξη του διαλόγου για τη συνταγματική αναθεώρηση, με επίκεντρο καίρια θεσμικά και κοινωνικά ζητήματα, σηματοδότησε ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, απευθύνοντας ανοιχτή πρόσκληση στα κόμματα της αντιπολίτευσης για συμμετοχή με πνεύμα συνεργασίας και θεσμική υπευθυνότητα. Όπως ανακοίνωσε, η διαδικασία θα δρομολογηθεί επίσημα εντός της επόμενης κοινοβουλευτικής συνόδου και πάντως πριν από το τέλος του 2025, με την κυβέρνηση να προετοιμάζει από τώρα το έδαφος μέσω ενός δημόσιου, πολιτικού διαλόγου. Στην κορυφή της κυβερνητικής ατζέντας βρίσκεται η αναθεώρηση του άρθρου 103 του Συντάγματος, με πρόβλεψη για συνταγματική κατοχύρωση της αξιολόγησης στο Δημόσιο. Η πρόταση, όπως την παρουσίασε ο πρωθυπουργός κατά τη συνάντησή του με τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, Κώστα Τασούλα, εισάγει για πρώτη φορά το ενδεχόμενο άρσης της μονιμότητας για επίμονα ανεπαρκείς υπαλλήλους, διατηρώντας ταυτόχρονα το θεσμικό πλαίσιο επιβράβευσης όσων ανταποκρίνονται επαρκώς στα καθήκοντά τους.
Σε δήλωσή του, ο Κυριάκος Μητσοτάκης υπογράμμισε ότι «οι συνταγματικές αναθεωρήσεις είναι ευκαιρία για θεσμική σύνθεση και όχι για νέες συγκρούσεις», καλώντας τα κόμματα «να προσέλθουν με την απαιτούμενη θεσμική υπευθυνότητα». Επέμεινε ότι το πολιτικό κλίμα οξύνεται «όχι με ευθύνη της κυβέρνησης, αλλά με επιλογή πολλών κομμάτων της αντιπολίτευσης», σημειώνοντας ωστόσο ότι η κορυφαία αυτή θεσμική διαδικασία οφείλει να κινηθεί υπεράνω κομματικών αντιπαραθέσεων.
Τα άρθρα που ανοίγουν προς αναθεώρηση
Σύμφωνα με τις έως τώρα κυβερνητικές διακηρύξεις, η Νέα Δημοκρατία θα προτείνει την αναθεώρηση των εξής άρθρων:
-
Άρθρο 103: Κατοχύρωση αξιολόγησης και δυνατότητα απομάκρυνσης υπαλλήλων για διαρκή ανεπάρκεια.
-
Άρθρο 16: Ίδρυση μη κρατικών πανεπιστημίων – προεκλογική δέσμευση της κυβέρνησης.
-
Άρθρο 24: Αναθεώρηση θεμάτων περιβάλλοντος και χωροταξίας.
-
Άρθρο 86: Αναμόρφωση του πλαισίου ποινικής ευθύνης υπουργών, με στόχο τη θεσμική αποκατάσταση της εμπιστοσύνης και την αποτροπή της ατιμωρησίας.
Η κυβέρνηση επιδιώκει να εξασφαλίσει ευρείες πλειοψηφίες ήδη από την παρούσα Βουλή. Υπενθυμίζεται ότι η Βουλή που προτείνει την αναθεώρηση απαιτεί πλειοψηφία 180 βουλευτών ώστε τα επίμαχα άρθρα να τροποποιηθούν στην επόμενη Βουλή με απλή πλειοψηφία (151 βουλευτές). Αν η πρόταση περάσει με 151–179 ψήφους, τότε απαιτείται ενισχυμένη πλειοψηφία στην επόμενη Βουλή. Τα πρώτα μηνύματα από τα κόμματα της αντιπολίτευσης είναι επιφυλακτικά ή και αρνητικά, ιδίως απέναντι στην πρόβλεψη άρσης της μονιμότητας στο Δημόσιο. Το ΠΑΣΟΚ χαρακτήρισε την πρόταση «επικοινωνιακό πυροτέχνημα», επιμένοντας ότι οι παθογένειες του Δημοσίου δεν θα αντιμετωπιστούν με συνταγματικού τύπου παρεμβάσεις. Ο ΣΥΡΙΖΑ έκανε λόγο για απόπειρα απαξίωσης του δημόσιου τομέα, κατηγορώντας την κυβέρνηση ότι «επιχειρεί να ανοίξει τον δρόμο για κομματικά ρουσφέτια και ιδιωτικοποιήσεις δημόσιων λειτουργιών». Αρνητικές θέσεις καταγράφονται και από άλλα κόμματα, ενώ το ΚΚΕ απορρίπτει συνολικά την κατεύθυνση της συνταγματικής αλλαγής που προωθεί η κυβέρνηση. Το ΜέΡΑ25 κάνει λόγο για αντιδημοκρατική στόχευση με σκοπό τον έλεγχο του κρατικού μηχανισμού.
Το ενδιαφέρον της κυβέρνησης εστιάζεται κυρίως στο ΠΑΣΟΚ-Κίνημα Αλλαγής, του οποίου οι 33 βουλευτές κρίνονται καθοριστικοί για τη συγκέντρωση των 180 ψήφων που απαιτούνται στην παρούσα Βουλή. Στελέχη της ΝΔ εκτιμούν ότι ο πρόεδρος του κόμματος, Νίκος Ανδρουλάκης, θα δεχθεί πίεση από εκσυγχρονιστικά και κεντρώα στελέχη της παράταξής του, ώστε να στηρίξει επιλεγμένες μεταρρυθμίσεις με θεσμικό πρόσημο.
Σύμφωνα με κυβερνητικές πηγές, εφόσον υπάρξει κοινή στάση μεταξύ ΝΔ και ΠΑΣΟΚ σε συγκεκριμένες διατάξεις – όπως η αξιολόγηση στο Δημόσιο ή η ίδρυση μη κρατικών πανεπιστημίων – αυτό θα επιτρέψει την έγκριση των αλλαγών με πλειοψηφία 180 βουλευτών στην παρούσα Βουλή και την τελική ψήφισή τους στην επόμενη. Η επιλογή της κυβέρνησης να ανοίξει έγκαιρα τη συζήτηση για τη συνταγματική αναθεώρηση εκτιμάται ότι αποσκοπεί και σε πολιτικό επίπεδο: να επανατοποθετήσει τον δημόσιο διάλογο γύρω από την ανάγκη θεσμικών μεταρρυθμίσεων και να προσεγγίσει ένα ευρύτερο ακροατήριο που ταυτίζεται με τις έννοιες της αξιοκρατίας, της λογοδοσίας και της δημόσιας αποτελεσματικότητας. Ωστόσο, η θεσμική συγκυρία είναι απαιτητική. Η πόλωση, η καχυποψία μεταξύ των κομμάτων, αλλά και η φόρτιση του πολιτικού κλίματος λόγω κοινωνικών πιέσεων και πρόσφατων τραυματικών γεγονότων (όπως το δυστύχημα στα Τέμπη), ενδέχεται να περιορίσουν τις δυνατότητες για ευρύτερη συναίνεση.
Ποια είναι η αντίδρασή σας;






