Σαν σήμερα το φρικιαστικό έγκλημα Σεχίδη στη Θάσο

Μάιος 20, 2025 - 10:22
 1
Σαν σήμερα το φρικιαστικό έγκλημα Σεχίδη στη Θάσο

Πρόκειται για ένα από τα πιο φρικιαστικά, αν όχι το πιο ανατριχιαστικό, εγκλήματα στα ελληνικά αστυνομικά χρονικά. Τον Μάιο του 1996, η Θάσος μετατράπηκε σε σκηνικό πραγματικού εφιάλτη, όταν ο 24χρονος φοιτητής Νομικής Θεόφιλος Σεχίδης δολοφόνησε μεθοδικά και ατάραχα πέντε μέλη της οικογένειάς του – τον πατέρα, τη μητέρα, την αδερφή, τη γιαγιά και τον θείο του. Και δεν σταμάτησε εκεί. Τους τεμάχισε, φύλαξε εγκεφάλους στο ψυγείο και για σχεδόν τρεις μήνες παρίστανε τον αθώο, λέγοντας πως «έλειψαν για ταξίδι».

Ο «ήσυχος τρελός» που προετοίμαζε ένα πενταπλό μακελειό

Ο Θεόφιλος Σεχίδης δεν ήταν άγνωστος στην τοπική κοινωνία. Αντιθέτως, ήταν γνωστός ως ο «περίεργος φοιτητής», με αγάπη στη μουσική, την ποίηση και την ανατομία του εγκεφάλου. Πνευματώδης, μοναχικός, με εξαιρετικές επιδόσεις αλλά και ψυχαναγκαστική εμμονή με τον θάνατο και τη «λύτρωση». Πίστευε ότι η οικογένειά του συνωμοτούσε για να τον εξοντώσει. Και αποφάσισε να προλάβει.

Το χρονικό της σφαγής

Στις 19 Μαΐου, αφού σκότωσε και αποκεφάλισε τον θείο του σε αρχαιολογικό χώρο στη Θάσο, επέστρεψε σπίτι με νέο πουκάμισο και μονόκαννο όπλο. Σε λιγότερες από 24 ώρες, σκότωσε τον πατέρα του, τη μητέρα του, την αδερφή του και τη γιαγιά του. Άλλους πυροβόλησε, άλλους αποκεφάλισε με μαχαίρι. Μάζεψε τα πτώματα, τα τεμάχισε με αλυσοπρίονα, τα έβαλε σε σακούλες σκουπιδιών και τα πέταξε στη χωματερή της Καβάλας. Εγκεφάλους, όπως παραδέχτηκε, φύλαξε στο ψυγείο «για ανατομική μελέτη». Τους πέταξε τελικά όταν χάλασε το ψυγείο.

Ένας δολοφόνος χωρίς ενοχές

Για σχεδόν τρεις μήνες, ο Σεχίδης υποκρινόταν τον ανήσυχο συγγενή. Έλεγε πως η οικογένειά του μετανάστευσε στη Γερμανία. Όταν η θεία του, από το Βέλγιο, άρχισε να ψάχνει επίμονα τον εξαφανισμένο σύζυγό της, οι Αρχές μπήκαν στο παιχνίδι. Η έρευνα οδήγησε τελικά στη σύλληψή του στις 8 Αυγούστου. Τότε ομολόγησε τα πάντα – ψύχραιμα, σχεδόν με υπερηφάνεια.

«Δεν μετανιώνω για τίποτα. Τους σκότωσα γιατί ήθελα να με σκοτώσουν πρώτοι», δήλωνε. Και πρόσθετε: «Δεν με νοιάζει ούτε η θανατική ποινή. Αν φύγω, θα πάω κάπου που δεν θα έχω πια πρόβλημα».

Το ματωμένο σπίτι και το «Λάθος» στον τοίχο

Η αναπαράσταση του εγκλήματος αποτυπώθηκε ως ένα από τα πιο σοκαριστικά ντοκουμέντα στην ελληνική αστυνομική ιστορία. Το σπίτι ήταν σφαγείο. Αίμα παντού, στον τοίχο η λέξη «Λάθος» γραμμένη με κόκκινη μπογιά. Οι περιγραφές του ιατροδικαστή για τα κομμένα κεφάλια, τους ξεραμένους εγκεφάλους και τα αλυσοπρίονα δεν άφηναν περιθώριο για ψευδαισθήσεις.

Η δίκη, η «παραφροσύνη» και το τέλος

Ο Τύπος της εποχής έψαχνε λέξεις να περιγράψει τη φρίκη: «Ο κανίβαλος που έκοβε τους συγγενείς του ακούγοντας Τσαϊκόφσκι», «Ο γιος του Φρανκεστάιν», «Αμόκ αίματος στη Θάσο». Στη δίκη που ακολούθησε, ο Σεχίδης καταδικάστηκε σε πέντε φορές ισόβια. Οι ψυχίατροι κατέληξαν ότι έπασχε από σχιζοτυπική διαταραχή, αλλά είχε πλήρη επίγνωση των πράξεών του. Δεν ήταν παράφρων – ήταν επικίνδυνα λογικός. Έζησε τα υπόλοιπα χρόνια της ζωής του στο ψυχιατρείο των φυλακών Κορυδαλλού. Πέθανε το 2019, στα 46 του, από καρδιακή ανακοπή. Μέχρι τέλους, δεν εξέφρασε ούτε ίχνος τύψης.

Ποια είναι η αντίδρασή σας;

Μου αρέσει Μου αρέσει 0
Μη Αγαπημένο Μη Αγαπημένο 0
Αγάπη Αγάπη 0
Αστείο Αστείο 0
Θυμωμένος Θυμωμένος 0
Λυπημένος Λυπημένος 0
Ουάου Ουάου 0