Μεταναστευτικό: Πώς η Ευρώπη υιοθέτησε σκληρή γραμμή

Όταν ο Νίκολα Προκατσίνι εξελέγη στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο πριν από έξι χρόνια, όπως λέει, οι συνάδελφοί του απέφευγαν ακόμη και να μοιραστούν το ασανσέρ μαζί του στο επιβλητικό κτίριο των Βρυξελλών. Ήταν μέλος ενός μικρού, ακραίου δεξιού ιταλικού κόμματος, με σκληρές θέσεις για τη μετανάστευση, που τότε προκαλούσαν απαξίωση. «Το χέρι μου έμενε στον αέρα, δεν μου το έσφιγγαν, γιατί ήμουν “φασίστας” για αυτούς», λέει σκωπτικά ο ίδιος. Την ίδια ώρα, ακτιβιστές για τα δικαιώματα των μεταναστών χειροκροτούνταν μέσα στην αίθουσα της Ολομέλειας. Σήμερα, όλα έχουν αλλάξει. «Εκείνοι που μας έλεγαν ρατσιστές, ξενοφοβικούς, αρχίζουν δειλά να λένε: ‘Ίσως είχατε και λίγο δίκιο’», σημειώνει. Το κόμμα του, οι Αδελφοί της Ιταλίας, είναι πλέον το δημοφιλέστερο στη χώρα, με την Τζόρτζια Μελόνι πρωθυπουργό, ενώ ο ίδιος προεδρεύει της ομάδας των Ευρωπαίων Συντηρητικών και Μεταρρυθμιστών.
«Αλκατράζ με αλιγάτορες» για τους μετανάστες
Σε ολόκληρη την Ευρώπη, από τη Δεξιά έως την Αριστερά, οι ηγέτες υιοθετούν αυστηρότερη στάση έναντι των παράτυπων μεταναστών. Η μεταστροφή αυτή δεν συνοδεύεται από την αναστάτωση που προκάλεσαν οι πολιτικές Τραμπ στις ΗΠΑ, όμως θεωρείται πλέον βαθιά εδραιωμένη. Κεντρώοι πολιτικοί ενώνονται με συντηρητικούς για να περιορίσουν τα δικαιώματα προστασίας και να επιταχύνουν τις απελάσεις. Η «μηδενική πολιτική» της Δανίας για τους πρόσφυγες αναδεικνύεται σε πρότυπο. Η Ε.Ε. σχεδιάζει νέους κανόνες για τη μεταφορά αιτούντων άσυλο σε τρίτες χώρες, ενώ έχει συνάψει συμφωνία για αποστολή συνοριοφυλάκων στη Βοσνία-Ερζεγοβίνη, εκτός Ε.Ε., για την ενίσχυση της φύλαξης συνόρων. Όπως εξηγεί ο σύμβουλος στο Διεθνές Κέντρο για την Πολιτική Μετανάστευσης Μάρτιν Χόφμαν, «υπάρχει πλέον ευρεία συναίνεση μεταξύ σχεδόν όλων των πολιτικών χώρων: θα είμαστε πιο αυστηροί».
Η στροφή αυτή τροφοδοτείται από τη λαϊκή δυσαρέσκεια που ενίσχυσε τα εθνικιστικά και ακροδεξιά κόμματα μετά την είσοδο άνω του ενός εκατομμυρίου αιτούντων άσυλο (κυρίως από Συρία, Ιράκ και Αφγανιστάν) το 2015. Παρότι οι ροές μεταναστών μειώθηκαν μετά την πανδημία, ο Χόφμαν τονίζει πως η μείωση δεν αρκεί να αμβλύνει το πολιτικό φορτίο του ζητήματος, καθώς συχνά η εχθρότητα προς τους μετανάστες αντανακλά γενικότερη αγανάκτηση για το υψηλό κόστος ζωής, τις χαμηλές ευκαιρίες και την απώλεια κοινωνικού στάτους. Έτσι, πολιτικές όπως η «εξωτερική ανάθεση» των αιτήσεων ασύλου —δηλαδή η αποστολή τους σε τρίτες χώρες— παραμένουν ελκυστικές. Αν και το σχέδιο της Βρετανίας να στείλει αιτούντες άσυλο στη Ρουάντα είχε δεχθεί διεθνή κριτική, η Μελόνι προώθησε ανάλογη πρόταση για μεταφορά μεταναστών στην Αλβανία, την οποία και χαιρέτισε η Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν ως «καινοτόμο σκέψη», παρά τις ενστάσεις Ιταλών δικαστών.
Το εύρος της αλλαγής φάνηκε ξεκάθαρα όταν η σοσιαλδημοκράτισσα πρωθυπουργός της Δανίας Μέτε Φρεντέρικσεν εμφανίστηκε στη Ρώμη πλάι στην υπερσυντηρητική Μελόνι για να στηρίξουν από κοινού αυστηρότερα μέτρα. Μαζί, υπέγραψαν επιστολή κατά της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, χαρακτηρίζοντας ότι «περιορίζει υπερβολικά» την ελευθερία των κρατών να απελαύνουν. Η επιστολή έφερε επίσης υπογραφές ηγετών από την Αυστρία, Βέλγιο, Τσεχία, Εσθονία, Λετονία, Λιθουανία και Πολωνία. Η Φρεντέρικσεν είναι εδώ και χρόνια αρχιτέκτονας μιας από τις πιο περιοριστικές μεταναστευτικές πολιτικές της Ευρώπης, παρά τον μικρό αριθμό αιτήσεων ασύλου στη Δανία.
Ο Γερμανός καγκελάριος Φρίντριχ Μερτς αποκάλεσε τη δανική πολιτική «πρότυπο» και κάλεσε για μίμησή της. Σύμφωνα με την Καμίλ Λε Κοζ του Migration Policy Institute Europe, η συνεργασία με χώρες όπως η Λιβύη και η Τυνησία έχει μειώσει τις ροές, όμως με σοβαρό κόστος στα ανθρώπινα δικαιώματα, όπως στην περίπτωση του 2023, όταν οι Τυνήσιες αρχές εγκατέλειψαν μετανάστες στην έρημο. Η Γερμανία έχει επαναφέρει ελέγχους στα χερσαία σύνορα, γεγονός που επικρίνεται ως υπονόμευση της ελεύθερης κυκλοφορίας στην Ε.Ε. Η Πολωνία ανέστειλε προσωρινά το δικαίωμα ασύλου στα σύνορά της με τη Λευκορωσία, κατηγορώντας τη Μόσχα και το Μινσκ ότι υποκινούν τις μεταναστευτικές ροές για να αποσταθεροποιήσουν την Ευρώπη. Ακόμα και υποστηρικτές των αυστηρών μέτρων προβληματίζονται από την αλλαγή τόνου. Η δήμαρχος της Σόποτ, Μαγδαλένα Τσαρζίνσκα-Γιαχίμ, υποδέχθηκε Ουκρανούς πρόσφυγες και εργάτες στην πόλη της, αλλά ανησυχεί ότι η ρητορική φτάνει στα όρια του στιγματισμού. «Οι νόμιμοι μετανάστες είναι γείτονές μας. Δεν είναι εγκληματίες», τόνισε. Αξιοσημείωτο είναι και το παράδειγμα της Αυστραλίας: πριν από μια δεκαετία, όταν έκλεισε τη θάλασσά της στους μετανάστες και έστελνε αιτούντες άσυλο στην Παπούα Νέα Γουινέα, δέχθηκε έντονη κριτική — και από την Ευρώπη. Όπως λέει ο πρώην ΥΠΕΞ της Αυστραλίας, Αλεξάντερ Ντάουνερ, «τότε μας κατηγορούσαν. Τώρα, η φον ντερ Λάιεν υιοθετεί τα ίδια».
Μετάφραση άρθρου των Emma Bubola και Jeanna Smialek, The New York Times
Ποια είναι η αντίδρασή σας;






